Ελευσίνα. Στο άδυτο των Μυστηρίων
- Κωνσταντίνος Νέζης
Η Ελευσίνα αποτελούσε μια από τις πέντε ιερές πόλεις της αρχαίας Ελλάδας και ήταν γνωστή για το ιερό της Δήμητρας και της Κόρης, στο οποίο τελούνταν κάθε χρόνο τα Ελευσίνια Μυστήρια, μία από τις πιο σημαντικές θρησκευτικές γιορτές και μυστηριακές εμπειρίες του αρχαίου κόσμου. Το ιερό πέρα από τον θρησκευτικό του χαρακτήρα ήταν και ένα σημαντικό πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο για ολόκληρο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο.
Η Ελευσίνα ήταν δήμος της Ιπποθοωντίδας φυλής της Αττικής. Ο Στράβωνας στο έργο του Γεωγραφικά (Θ΄1.20) αναφέρει ότι, την πόλη ίδρυσε ο Κέκροπας μαζί με άλλες έντεκα στην Αττική και αργότερα ο Θησέας την ένωσε με την Αθήνα.
"Κέκροπα πρῶτον εἰς δώδεκα πόλεις συνοικίσαι τὸ πλῆθος, ὧν ὀνόματα Κεκροπία Τετράπολις Ἐπακρία Δεκέλεια Ἐλευσὶς Ἄφιδνα (λέγουσι δὲ καὶ πληθυντικῶς Ἀφίδνας) Θόρικος Βραυρὼν Κύθηρος Σφηττὸς Κηφισιά * * * πάλιν δ᾽ ὕστερον εἰς μίαν πόλιν συναγαγεῖν λέγεται τὴν νῦν τὰς δώδεκα Θησεύς. ἐβασιλεύοντο μὲν [οὖν οἱ Ἀθηναῖοι] πρότερον, εἶτ᾽ εἰς δημοκρατίαν μετέστησαν”
Η περιοχή της Ελευσίνας κατοικούνταν από τα προϊστορικά χρόνια, όπως έδειξαν τα αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών. Η ακρόπολη της ήταν περιτριγυρισμένη με τείχος από τη μυκηναϊκή εποχή. Κάτω από την ακρόπολη βρισκόταν η αρχαία πόλη και το ιερό τέμενος της θεάς Δήμητρας. Τον 8ο αιώνα π.Χ. η πόλη απομονώθηκε από το ιερό με ξεχωριστό τείχος.
Η Ελευσίνα βρέθηκε πολλές φορές αντιμέτωπη με την Αθήνα σε ποικίλες διαμάχες. Η υπεροχή της Αθήνας την οδήγησε να γίνει εξαρτώμενος δήμος, διατηρώντας όμως τη διοίκηση των Μυστηρίων και τον τίτλο της πόλης. Η πόλη και το ιερό γνώρισαν μεγάλη ακμή κατά τη ρωμαϊκή εποχή. Με το διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδόσιου Β΄ το 392 μ.Χ. έπαυσε οριστικά η τέλεση των Ελευσίνιων Μυστηρίων και το Ιερό έκλεισε οριστικά. Τρία χρόνια μετά, το 395 μ.Χ., η πόλη ισοπεδώθηκε από τους Βησιγότθους του Αλάριχου. Έτσι η Ελευσίνα άρχισε να παρακμάζει και να πέφτει στην αφάνεια.
Ο Άγγλος περιηγητής και συνοδοιπόρος του λόρδου Βύρωνα John Hobhouse πέρασε από την Ελευσίνα και έγραψε στο ημερολόγιο του :
«Η Ελευσίνα ήταν ένα εξαθλιωμένο χωριό από τριάντα καλύβες με επίπεδες στέγες και Αρβανίτες κατοίκους. Υπήρχε όμως και ένας τετράγωνος πύργος, κατοικία του αγά της περιοχής»
Μετά την επανάσταση του 1821, η Ελευσίνα άρχισε να αναπτύσσεται ξανά. Το 1882 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες ανασκαφές από την Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, οι οποίες έφεραν στο φως σπουδαία ευρήματα από το χώρο του Ιερού. Από το 1917 και μετά οι ανασκαφές εντατικοποιήθηκαν με τον αρχαιολόγο Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη, ο οποίος ανακάλυψε τα ερείπια του Τελεστηρίου και των περιβόλων του ιερού. Από τον πόλεμο έως σήμερα η συντήρηση και η ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας είναι διαρκής και συστηματική.
Στην Ελευσίνα υπήρχε κατά την αρχαιότητα το Ιερό της θεάς Δήμητρας και της Κόρης της Περσεφόνης. Η λατρεία στο χώρο αυτό ξεκινά από τη γεωμετρική εποχή, όπως έδειξαν τα ανασκαφικά ευρήματα. Ο μεγάλος λιμός που έπληξε την Ελλάδα τον 8ο αιώνα π.Χ. και η προτροπή του μαντείου των Δελφών προς τους Αθηναίους να προσφέρουν θυσίες στη θεά Δήμητρα για να την εξευμενίσουν, οδήγησαν στην ίδρυση του Ιερού. Το Ιερό της Δήμητρας και της Κόρης αποτέλεσε σημαντικό θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Πολλά από τα οικοδομήματα του κατασκευάστηκαν με προτροπή και τη φροντίδα των αυτοκρατόρων της δυναστείας των Αντωνίνων.
Οι πιστοί έφταναν στο ιερό από την Αθήνα μέσω της Ιεράς Οδού και συγκεντρώνονταν στην Αυλή. Η Αυλή ήταν ένας χώρος μήκους 65 μ. και πλάτους 40 μ. στρωμένος με μεγάλες μαρμάρινες πλάκες. Ανατολικά και δυτικά της Αυλής υπήρχαν θριαμβικές αψίδες κατασκευασμένες από πεντελικό μάρμαρο και ύψους 16 μέτρων. Μια μεγάλη Στοά περιμετρικά της Αυλής χρησίμευε για τη φιλοξενία των πιστών και την οργάνωση συμποσίων. Στη μέση της Αυλής βρίσκονταν ο ναός της Άρτεμης Προπυλαίας και του Ποσειδώνος Πατρώου, όπως αναφέρει και ο Παυσανίας (Αττικά Α 38.6). Ο ναός ήταν δωρικός και χτισμένος από πεντελικό μάρμαρο. Είχε παρόμοιες διαστάσεις με το ναό της Αθηνάς Νίκης στην Ακρόπολη. Σώζεται ακόμα το Καλλίχορον φρέαρ του Ομηρικού ύμνου προς τη Δήμητρα. Το βάθος του πηγαδιού είναι έξι μέτρα και ο χώρος του περιμετρικά είναι στρωμένος με πλάκες και περικλείεται από τοίχο. Στο Καλλίχορον φρέαρ τελούνταν χοροί προς τιμή της θεάς Δήμητρας (Ἐλευσινίοις δὲ ἔστι μὲν Τριπτολέμου ναός, ἔστι δὲ Προπυλαίας Ἀρτέμιδος καὶ Ποσειδῶνος Πατρός, φρέαρ τε καλούμενον Καλλίχορον, ἔνθα πρῶτον Ἐλευσινίων αἱ γυναῖκες χορὸν ἔστησαν καὶ ᾖσαν ἐς τὴν θεόν.).
Η Εσχάρα ήταν ένας βωμός, πάνω στον οποίο έβαζαν τα σφάγια των θυσιών προς τη θεά Δήμητρα. Το σχήμα του ήταν τετράγωνο και κατασκευάστηκε κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Η φωτιά άναβε στο δάπεδο του βωμού, ενώ ο αέρας διοχετεύονταν μέσα από ένα σύστημα έξι αγωγών που διαπερνούσαν τα τοιχώματα του.
Η είσοδος στο Ιερό γινόταν από τα Μεγάλα Προπύλαια, που κτίστηκαν τον 2ο αιώνα μ.Χ. και ήταν το ίδιο εντυπωσιακά με τα Προπύλαια της Ακρόπολης των Αθηνών. Διέθεταν δυο πρόπυλα (βόρειο και νότιο) με έξι κίονες στην πρόσοψη. Στο εσωτερικό τους υπήρχε μια στοά από έξι ιωνικούς κίονες για τη στήριξη της στέγης τους. Στη συνέχεια η πομπή των πιστών περνούσε μέσα από τα Μικρά Προπύλαια, που κατασκευάστηκαν τον 1ο αιώνα μ.Χ. από τον ύπατο Άππιο Κλαύδιο Πούλχερ. Αποτελούνταν από ένα βόρειο και ένα νότιο προστώο. Η οροφή του εσωτερικού νότιου προστώου στηρίζονταν πάνω σε δυο μεγαλοπρεπείς Καρυάτιδες φιλοτεχνημένες από πεντελικό μάρμαρο.
Δεξιά των Μικρών Προπυλαίων στους πρόποδες της ακρόπολης βρίσκονταν το Πλουτώνιο. Ήταν το ιερό σπήλαιο, στο οποίο σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδης άρπαξε την Περσεφόνη. Ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει ακόμα τη βάση του μικρού ναού που υπήρχε μπροστά από το σπήλαιο. Ο μικρός αυτός ναός ήταν αφιερωμένος στον Πλούτωνα και κατασκευάστηκε τον 4ο αιώνα π.Χ.
Το Τελεστήριο ήταν ο χώρος, μέσα στο οποίο τελούνταν τα Ελευσίνια Μυστήρια. Το πρώτο Τελεστήριο κατασκευάστηκε την εποχή του Σόλωνα στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ, ενώ στα χρόνια του Πεισίστρατου απέκτησε μεγαλύτερες διαστάσεις και οχυρωματικό περίβολο. Καταστράφηκε από τους Πέρσες και ξαναχτίστηκε αργότερα κατά τους κλασικούς χρόνους. Το νέο Τελεστήριο ήταν μια τετράγωνη αίθουσα με 42 κίονες και τρεις εισόδους. Περιμετρικά της αίθουσας υπήρχαν λίθινα εδώλια για τους 3.000 μύστες που παρακολουθούσαν τα Μυστήρια.
Στη στέγη του Τελεστηρίου υπήρχε φεγγίτης για να μπαίνει το φως στο εσωτερικό της αίθουσας. Στη νοτιοδυτική πλευρά της αίθουσας υπήρχε ένα μακρόστενο δωμάτιο που ονομάζονταν «Ανάκτορο», στο οποίο φυλάσσονταν τα ιερά αντικείμενα των Μυστηρίων και εισέρχονταν μόνο ο ιεροφάντης.
Στην εξωτερική ανατολική πλευρά του Τελεστηρίου κτίστηκε γύρω στον 4ο αιώνα π.Χ. η στοά του Φίλωνα. Είχε δώδεκα δωρικούς κίονες φτιαγμένους από πεντελικό μάρμαρο στην πρόσοψη και δυο στην κάθε πλευρά της.
Το μουσείο βρίσκεται εντός του αρχαιολογικού χώρου και περιέχει ευρήματα από τις ανασκαφές. Μερικά από τα πιο σημαντικά και εντυπωσιακά είναι η κεφαλή της Καρυάτιδας που στήριζε το εσωτερικό νότιο προστώο των Μικρών Προπυλαίων, οι διάφοροι ανδριάντες Ρωμαίων αυτοκρατόρων και ένα γύψινο αντίγραφο του αναθηματικού ανάγλυφου που παριστάνει την ιερή τριάδα της Ελευσίνας, δηλαδή τη Δήμητρα, τον Τριπτόλεμο και την Περσεφόνη.
Η Καρυάτιδα δε σώζεται ακέραια και φέρει πάνω από το κεφάλι της μια κίστη, μέσα στην οποία φυλάσσονταν τα ιερά αντικείμενα της λατρείας της θεάς Δήμητρας. Οι ανδριάντες απεικονίζουν άντρες να φορούν τη ρωμαϊκή τήβεννο και να προσφέρουν σπονδή με το δεξί τους χέρι. Ένας τέτοιος ανδριάντας ενδέχεται να απεικονίζει τον αυτοκράτορα Κλαύδιο ή τον Νέρωνα. Το σπουδαίο από ιστορικής άποψης ανάγλυφο είναι μεγάλο σε διαστάσεις και απεικονίζει αριστερά τη θεά Δήμητρα να κρατά στο χέρι της ένα σκήπτρο και μπροστά της τον Τριπτόλεμο με σανδάλια να τείνει το δεξί του χέρι προς τη θεά για να πάρει από αυτήν μια δέσμη από στάχυα, προκειμένου να διαδώσει, σύμφωνα με το μύθο, την καλλιέργεια των σιτηρών στην ανθρωπότητα. Πίσω από τον Τριπτόλεμο στέκεται η Περσεφόνη που φορά χιτώνα και κρατά στο χέρι της μια δάδα.
Ένα καταιγιστικό αστυνομικό θρίλερ που ξεκινά από την υποφωτισμένη Ελευσίνα και αφήνει πίσω του θύματα, πόνο, αλλά και μια χαραμάδα ελπίδας. EΛΕΥΣΙΝΑ, 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1975. Όλοι οι κάτοικοι της πόλης είναι συγκεντρωµένοι στην κεντρική πλατεία για να παρακολουθήσουν το γεγονός της βραδιάς: την ταχυδακτυλουργική παράσταση του πασίγνωστου µάγου Αβκάρ.
(Ελευσίνα. Σύγχρονη εποχή). Τρεις περίεργες αρχαϊκές μορφές βγαίνουν από τον αρχαιολογικό χώρο τής Ελευσίνας και διασχίζουν σιωπηλά την πόλη. Από εκείνη την ημέρα διάφορα περίεργα φαινόμενα αρχίζουν να παρουσιάζονται στην ελληνική επικράτεια. Κορίτσια εξαφανίζονται χωρίς να αφήσουν κανένα ίχνος, ενώ άλλα πέφτουν σ’ ένα είδος νεκροφάνειας…
Αύγουστος 1988, Ελευσίνα. Ένας έφηβος εξαφανίζεται ξαφνικά ένα απόγευμα. Τα ίχνη του χάνονται, η τοπική κοινωνία συγκλονίζεται και η οικογένεια του παιδιού αρχίζει σιγά σιγά να αποσυντίθεται εκ των έσω, εξαιτίας ενός τραύματος που δεν μπορεί να επουλωθεί. Τα χρόνια περνούν. Η υπόθεση, με εξαίρεση ορισμένες τηλεοπτικές εκπομπές που την ανακινούν, ξεχνιέται, αλλά το φάντασμα του δεκατετράχρονου Ηλία Αδάμ εξακολουθεί να κυκλοφορεί στους δρόμους της πόλης.